- μαγουλάδες
- świnka (f) rzecz.
Ελληνικά-Πολωνικά λεξικό.
Ελληνικά-Πολωνικά λεξικό.
Μαγουλάδες — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 110 μ., 373 κάτ.) της Κέρκυρας. Βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο του νησιού, 37 χλμ. ΒΔ της πόλης της Κέρκυρας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Εσπερίων του νομού Κερκύρας … Dictionary of Greek
μαγουλάδα — η [μάγουλο] συν. στον πληθ. οι μαγουλάδες η νόσος παρωτίτιδα, αλλ. μαγουλήθρα … Dictionary of Greek
παρωτίτιδα — (Ιατρ.). Φλεγμονή της παρωτίδας. Η πιο γνωστή μορφή είναι η επιδημική π. (μαγουλάδες), λοιμώδης νόσος μεγάλης μεταδοτικότητας, που οφείλεται σε έναν ιό, ο οποίος προσβάλλει και τους γεννητικούς αδένες, τους δακρυϊκούς αδένες, το πάγκρεας και τις… … Dictionary of Greek